Απόψεις 1463

Πρώτες σκέψεις για το νέο φορολογικό νομοσχέδιο 

Στις 29.3.2011, ψηφίσθηκε το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, με τίτλο «καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας υπουργείου Οικονομικών» (www.dfn.gr, στην στήλη «Νόμοι – Αιτιολογικές εκθέσεις»). Την ίδια ημέρα κυκλοφόρησαν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το έλλειμμα του προηγούμενου έτους 2010 θα ξεπεράσει το ποσοστό 10% του Α.Ε.Π. Αρχικά είχε προβλεφθεί ότι αυτό θα ήταν δυνατόν να περιορισθεί σε ποσοστό γύρω στο 8% και στη συνέχεια, μετά την αναμόρφωση των στοιχείων του ελλείμματος του 2009, σε ποσοστό γύρω στο 9,5%. Η υστέρηση αυτή της σχεδόν μίας ποσοστιαίας μονάδας αντιστοιχεί σε επιπλέον από το προϋπολογισθέν, έλλειμμα 1,8 δισ. ευρώ. Και δυστυχώς, το νούμερο αυτό δεν αποτελεί λύση σε θεωρητική εξίσωση. Αντίθετα αντιστοιχεί και αντιπροσωπεύει ποσό, επιπλέον των αρχικών δεσμεύσεων, το οποίο πρέπει να εξοικονομήσει το ελληνικό κράτος εντός τού τρέχοντος έτους. Διαβάζοντας τις διατάξεις του νομοσχεδίου που διαπνέεται από τον για μια φορά ακόμη φιλόδοξο στόχο «καταπολέμηση της φοροδιαφυγής», αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν σε τόσο κρίσιμες ώρες, όσο οι ώρες που μόλις περνούμε, να λείπει τόσο πολύ ο οραματικός σχεδιασμός για την μεταμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας.

Πώς θα προχωρήσουμε σε ουσιώδη αναδιάταξη της κρατικής φορολογικής οργάνωσης, με καθυστερημένες και περιορισμένης εμβέλειας ρυθμίσεις; Πώς θα πετύχουμε τη διαμόρφωση περιβάλλοντος ασφάλειας δικαίου, όταν επιμένουμε να αγνοούμε τη διεθνή οικονομική πραγματικότητα; Πώς τέλος θα περιορίσουμε τη φοροδιαφυγή, όταν ούτε ακόμη και σήμερα δεν νομοθετούμε την αναδιοργάνωση της διαλυμένης κρατικής μηχανής και όταν δεν καλλιεργούμε αποτελεσματικό και διαυγές πλαίσιο ελέγχου της ελεγκτικής εξουσίας;

Όταν στην προηγούμενη δημόσια διαβούλευση για τον Ν. 3842/2010 επισημαίναμε ότι ο διαφοροποιημένος φορολογικός συντελεστής παρακράτησης επί των διανεμόμενων κερδών ανωνύμων εταιριών προσκρούει στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, ουδείς άκουγε. Σήμερα, μόλις λίγους μήνες από την έναρξη ισχύος του Ν. 3842/2010, ο νομοθέτης αναγκάζεται να τροποποιήσει το καθεστώς φορολόγησης των κερδών ανωνύμων εταιριών, διότι κατά την αιτιολογική έκθεση των νέων ρυθμίσεων οι αμέσως προηγούμενες παραβιάζουν τις διεθνείς συμβατικές υποχρεώσεις της χώρας.

Στην περίπτωση αυτή δεν χωράει ούτε η παροιμία «στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα», διότι πολλαπλοί φορείς που συμμετείχαμε στη προηγούμενη δημόσια διαβούλευση προσφέραμε αφιλοκερδώς την σχετική «γνώση» στο τότε κωφεύον υπουργείο Οικονομικών. Παρακολουθούμε την εκ νέου προσπάθεια του Νομοθέτη να ρυθμίσει ζητήματα φορολόγησης κινητών αξιών (ιδίως τόκοι ομολόγων) και αναρωτιόμαστε, πότε επιτέλους ο Έλληνας Νομοθέτης θα αντιληφθεί ότι η ελληνική κοινωνία αποτελεί μέρος μιας διεθνούς χρηματοπιστωτικής αγοράς, η οποία έχει ήδη αναπτύξει σωρεία προϊόντων κινητών αξιών και συνεπώς ότι έχει ήδη από καιρό έρθει η ώρα για την συνολική και ομογενοποιημένη ρύθμιση της φορολόγησης των προϊόντων αυτών; Πότε θα γίνει αντιληπτό ότι οι Αγορές τρέχουν πιο γρήγορα από τον Νομοθέτη, ώστε καθίσταται μονίμως ξεπερασμένη κάθε αποσπασματική του προσπάθεια επιμέρους ρυθμίσεων; Πώς ακριβώς επιτυγχάνεται η αναδιάρθρωση των ελεγκτικών υπηρεσιών; Πώς καταπολεμάται η αδιαφάνεια; Με την υπερσυγκέντρωση ελεγκτικών εξουσιών στα χέρια ολίγων; Η οποία πιθανόν να οδηγήσει και σε κατάρρευση ουσιωδών αρχών του φορολογικού δικαιϊκού συστήματος, όπως ο κανόνας της άπαξ έκδοσης ατομικών φορολογικών πράξεων; Πώς τελικά συντελούν οι νέες ρυθμίσεις στην αποτελεσματικότερη οργάνωση του ελεγκτικού μηχανισμού; Μεταφέροντας το βάρος των φορολογικών ελέγχων από το Δημόσιο στους διαπιστευμένους ιδιώτες;

Η μεταφορά αυτή είναι προφανές ότι δεν συντελεί στην αντιμετώπιση του βασικού προβλήματος της δημόσιας φορολογικής διοίκησης, που κατά το υπουργείο Οικονομικών, είναι η πλήρης αποσάρθρωση των φορολογικών του υπηρεσιών. Αντίθετα, η παραχώρηση της ελεγκτικής ευθύνης σε ιδιώτες θα αποδιοργανώσει τις υπηρεσίες ακόμη περισσότερο. Και επί της ουσίας, η μετάθεση της ελεγκτικής ευθύνης ή πάντως ενός μέρους αυτής στην ιδιωτική σφαίρα θα ήταν καλοδεχούμενη σε καθεστώς ασφάλειας δικαίου όπου οι νομοθετικοί κανόνες δεν θα «παίζουν κρυφτό» με τους πολίτες. Σε καθεστώς δικαιολογημένης εμπιστοσύνης μεταξύ διοίκησης και πολίτη. Αυτή όμως κτίζεται και επιτυγχάνεται, αφού προηγουμένως έχει κτισθεί ένας αδιάφθορος, διαφανής και πλήρως εξειδικευμένος ελεγκτικός μηχανισμός.

Ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχισθεί επί μακρόν. Η ουσία θα παρέμενε η ίδια. Χωρίς πολιτικό όραμα, χωρίς πολιτική πυξίδα δεν μοιάζει αποτελεσματική η αντιμετώπιση της κρίσης. Αν με ξεκάθαρη πολιτική φιλοσοφία η κυβέρνηση δεν αποφασίσει δομικές αλλαγές στο κοινωνικό σύστημα, ο κάθε επόμενος φορολογικός νόμος θα διαδέχεται αναποτελεσματικά τον προηγούμενο και θα φορτώνει τις κωδικοποιήσεις με νέες αποσπασματικές ρυθμίσεις, χωρίς μπούσουλα. Η τακτική αυτή δεν αφυπνίζει τις υγιείς δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας. Έτσι φοβούμαστε ότι η κρίση που περνούμε θα καταστεί ατέρμονη.

Ασπασία Κων. Μάλλιου