Το κράτος δικαίου, το αυτόφωρο, οι παραγραφές και το κλείσιμο των καταστημάτων

Το κράτος δικαίου, το αυτόφωρο, οι παραγραφές και το κλείσιμο των καταστημάτων

 

ΑΠΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΤΥΠΟ, πληροφορούμασθε τις τελευταίες ημέρες ότι πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών είναι να αυστηροποιήσει ακόμη περισσότερο το πλαίσιο των ποινικών κυρώσεων σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής, κυρίως έμμεσων ή παρακρατούμενων φόρων, με την μετατροπή του αδικήματος της μη απόδοσης Φ.Π.Α. από στιγμιαίο σε αδίκημα διαρκείας, με την μετατροπή των αδικημάτων της φοροδιαφυγής σε αυτόφωρα, καθώς και με την κατάργηση της δυνατότητας εξαγοράς της ποινής, αν δεν έχει καταβληθεί ο φόρος. 

Παράλληλα, από τις ίδιες ανακοινώσεις πληροφορούμαστε ότι το υπουργείο Οικονομικών μελετά την περίπτωση να καταργηθούν οι προθεσμίες εντός των οποίων το Δημόσιο διατηρεί την εξουσία να ελέγχει τους φορολογούμενους. 

ΣΥΝΔΥΑΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ του υπουργείου Οικονομικών φοβούμασθε ότι υποκρύπτουν πανικό. Και πανικός υποκρύπτεται όταν έχει απολεσθεί η ικανότητα ελέγχου. Η ικανότητα αποτελεσματικής και έγκαιρης άσκησης των θεσμικών αρμοδιοτήτων της εκτελεστικής εξουσίας.  

Τί κατ’ ουσία συνομολογεί με τις εξαγγελίες αυτές το υπουργείο Οικονομικών; Δυστυχώς, αποδέχεται ότι η φορολογική και ελεγκτική διοίκηση έχει παταγωδώς αποτύχει. Έχει αστοχήσει στην εκτέλεση του συνταγματικού της ρόλου να εξατομικεύσει έγκυρα τη φορολογική υποχρέωση, να διαγνώσει έγκαιρα το ύψος του οφειλόμενου φόρου, να ελέγξει ουσιαστικά τη συμμόρφωση των φορολογουμένων και να επιβάλει άμεσα την είσπραξη των φόρων. Επειδή, ακριβώς, η φορολογική και ελεγκτική διοίκηση έχει αποτύχει και μάλιστα σε βαθμό τέτοιον ώστε να απειλείται η εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού, για τον λόγο αυτόν υπό το κράτος του πανικού και του κινδύνου κατάρρευσης η κυβέρνηση εξαπολύει απειλές, εξαγγέλλει αυστηρότερα πλαίσια για τα ποινικά αδικήματα, εξαπολύει τον μπαμπούλα της κατάργησης των ορίων της παραγραφής.

ΓΙΑΤΙ ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΟΥΜΕ τα πιο πάνω;

Όχι βεβαίως διότι υποστηρίζουμε τη φοροκλοπή. Όχι διότι συντασσόμαστε με τους φοροφυγάδες. Όχι διότι υπερασπίζουμε όσους «κλέβουν» χρήματα από το κοινό –δημόσιο– συμφέρον, οι οποίοι μόνο κατάπτυστοι και πλήρως απομονωμένοι από τον υγιή κοινωνικό ιστό μπορεί να είναι.

Τα υπογραμμίζουμε διότι, η δημοκρατία απαιτεί και προϋποθέτει κράτος δικαίου. Απαιτεί και προϋποθέτει τη νόμιμη και επιεική άσκηση δημόσιας εξουσίας. Απαιτεί την ασφάλεια δικαίου και την καλλιέργεια εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογουμένων και διοίκησης. Απαιτεί την εφαρμογή του συνταγματικά προστατευόμενου κανόνα της βεβαιότητας του φόρου (άρθρο 78 παρ. 1, 4 Σ.), κατά τον οποίο δεν υπάρχει έρεισμα για απαράγραπτες φορολογικές υποθέσεις. Απαιτεί την ελαστικοποίηση των επιβαλλόμενων ποινών και κυρώσεων, καθώς και την αύξηση του βαθμού της παροχής δικαστικών εγγυήσεων.

Αντί, όμως, η κυβέρνηση να ενδυναμώνει το κράτος δικαίου, ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη η λειτουργία της κρατικά οργανωμένης κοινωνίας μας και να τεθούν οι βάσεις να εξέλθει η χώρα από τη βαθειά πρωτίστως οικονομική, αλλά και κοινωνική, θεσμική και γενικότερα ηθική κρίση που διέρχεται, αυτή μοιάζει και προσπαθεί τους τελευταίους μήνες να στοχεύει στην αποδυνάμωση του κράτους δικαίου.

ΓΙΑΤΙ ΠΡΟΒΑΙΝΟΥΜΕ ΣΤΗ ΣΟΒΑΡΗ ΑΥΤΗ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ;

Διότι, επί δεκαπέντε περίπου μήνες παρακολουθούμε τις εξαγγελίες της ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ότι θα αναδιαρθρώσει τον φορολογικό και ελεγκτικό μηχανισμό, τον οποίο η ίδια χαρακτήρισε αποσαρθρωμένο. Οι δεκαπέντε, όμως, πιο κρίσιμοι μήνες στην νεότερη ελληνική οικονομική ιστορία παρήλθαν χωρίς ούτε μια κίνηση ή πρωτοβουλία αναδιάρθρωσης του διοικητικού μηχανισμού.

Έτσι, λοιπόν, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, προσπαθεί να αναδιατάξει τα φορολογικά έσοδα χωρίς πυρομαχικά, όπλα και εφόδια, χωρίς δηλαδή μηχανισμό. Και ακριβώς επειδή αυτή δεν διαθέτει μηχανισμό, οι φοροφυγάδες κάνουν «πάρτυ». Η ύπαρξη και στελέχωση, όμως, του αποτελεσματικού μηχανισμού δεν τελεί υπό τη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης, ούτε της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών, αλλά ούτε της Κυβέρνησης ούτε ακόμη του ίδιου του Πρωθυπουργού. Συνιστά θεσμική τους υποχρέωση, επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και την ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας.

Δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία όχι απλώς δεν αναδιάρθρωσε ούτε εκσυγχρόνισε κατά το κρισιμότερο για τα δημόσια έσοδα της χώρας χρονικό διάστημα τη φορολογική διοίκηση αλλά αντίθετα κινούμενη από τον πανικό της για την κατάρρευση των δημόσιων εσόδων, αντί να γιατρέψει την πληγή της ανεπάρκειας της εκτελεστικής εξουσίας, έχει επιλέξει να αποδομήσει το κράτος δικαίου, σε βάρος της ίδιας της δημοκρατικής λειτουργίας.

Παρακολουθούμε την Κυβέρνηση να εισηγείται και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία να ψηφίζει τον ακρωτηριασμό της διοικητικής δικαιοσύνης, η οποία από το Σύνταγμα έχει ρόλο ελεγκτή έναντι των αυθαιρεσιών της κατά κυβερνητική ομολογία αποσαρθωμένης εκτελεστικής εξουσίας. Προβαίνει σε σαρανταοχτάωρα κλεισίματα καταστημάτων για μη έκδοση αποδείξεων, χωρίς το υπουργείο Οικονομικών να έχει εκδώσει την υπουργική απόφαση που προβλέπουν οι οικείες διατάξεις και η οποία θα προσδιορίσει τη διαδικασία για την σαρανταοχτάωρη παύση λειτουργίας καταστήματος και χωρίς να προβλέπεται η δυνατότητα του φορολογούμενου να ζητήσει ακρόαση ή έννομη προστασία. Εξαγγέλλει την κατάργηση των παραγραφών, προκειμένου να καλύψει την αδυναμία της Διοίκησης να ασκήσει έγκαιρα τις ελεγκτικές δέσμιες αρμοδιότητές της. Και τέλος, επιθυμεί να προσδώσει στα ποινικά αδικήματα της φοροδιαφυγής, ιδίως έμμεσων φόρων τον χαρακτήρα αυτόφωρου εγκλήματος, δημιουργώντας σοβαρές ρωγμές στο ποινικό δικαιϊκό σύστημα και μεταθέτοντας το συνταγματικό της καθήκον για έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση της φορολογικής υποχρέωσης σε αντικείμενο δικαστικής δίωξης.

ΑΝ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΔΕΝ ΑΝΑΚΟΨΕΙ ΤΗΝ ΟΛΙΣΘΗΡΗ ΑΥΤΗ ΠΟΡΕΙΑ, ιδίως αν δεν συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να αναλάβει το πολιτικό κόστος της αναδιοργάνωσης του φορολογικού και ελεγκτικού μηχανισμού, τότε είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η φοροδιαφυγή θα εξακολουθήσει να αποτελεί τη χαίουσα πληγή των δημοσίων οικονομικών. Επιπρόσθετα, όμως, θα έχει αποδυναμωθεί και το κράτος δικαίου με αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη κρίση στην δημοκρατικά οργανωμένη ελληνική κοινωνία.

Α.Κ.Μ.